ΔΙΑΒΑΣΤΕ

6/recent/ticker-posts

Made in Africa: Oι αφρικανικές Εβδομάδες Μόδας τραβάνε όλα τα φλας


Η Αφρική ανταγωνίζεται τις πασαρέλες των μεγάλων μητροπόλεων της μόδας; Κι όμως, το Λάγος στη Νιγηρία, η δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη πόλη στην Αφρική, έχει ξεχωρίσει για τη ζωντανή Εβδομάδα Μόδας που πραγματοποιείται εκεί από το 2011. Η ιδρύτρια της Lagos Fashion Week, Ομογιέμι Ανέμελε, οραματίστηκε να ανοίξει ένα παράθυρο στην αναδυόμενη βιομηχανία μόδας της Νιγηρίας, που, σύμφωνα με δημοσίευμα των αγγλικών Sunday Times αξίζει σήμερα κάτι λιγότερο από 5 δισ. δολάρια, ενώ μέχρι το 2025 προβλέπεται να ξεπεράσει τα 6 δισ. δολάρια.

Εκδηλώσεις όπως οι Εβδομάδες Μόδας παρέχουν ευκαιρίες σε ανερχόμενα ταλέντα να παρουσιάσουν τη δουλειά τους σε μεγαλύτερες αγορές και, όπως αναφέρει η Ακερέλε σε συνέντευξή της στους Sunday Times, «σχεδιαστές με τους οποίους ξεκινήσαμε πριν από 12 χρόνια, brands όπως το IAmIsigo και το Orange Culture, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Η Εβδομάδα Μόδας του Λάγος είναι ένα εκκολαπτήριο νέων ταλέντων και ελπίζουμε ότι με τη σωστή υποστήριξη και καθοδήγηση αυτά θα ανθήσουν, όπως και το υπόλοιπο οικοσύστημα».

Το γειτονικό Ντακάρ, πρωτεύουσα της Σενεγάλης, αναδεικνύεται σε κέντρο μόδας στην Υποσαχάρια Αφρική και η Εβδομάδα Μόδας που πραγματοποιείται εκεί τα τελευταία 20 χρόνια έχει βοηθήσει πολύ σε αυτό. Φέτος η ιδρύτρια της διοργάνωσης Αντάμα Ντιαγέ αποφάσισε η Εβδομάδα Μόδας να διεξαχθεί συμβολικά στο ιστορικό νησί Γκορέ, το οποίο στο παρελθόν θεωρούνταν το νησί των σκλάβων. Η ίδια δήλωσε σε τοπικό Μέσο στην έναρξη των σόου: «Είμαι πολύ χαρούμενη, το μωρό μου (σ..σ: η Εβδομάδα Μόδας του Ντακάρ) μεγάλωσε και σήμερα είναι ένα ωραίο πάρτυ με 20 εξαιρετικούς σχεδιαστές, μεταξύ άλλων, από την Ανγκόλα και το Μάλι μέχρι τη Μοζαμβίκη και τη Νότια Αφρική. Το όνειρό μου έγινε δικό μας». 

Για τις ανάγκες ρεπορτάζ των New York Times σχετικά με τη μόδα του Ντακάρ, o υποψήφιος για βραβείο Emmy σκηνοθέτης και φωτογράφος Σιμπαράσε Τσα περιπλανήθηκε από το κέντρο μέχρι τις όμορφες παραλίες του Νγκορ για να απαθανατίσει ντόπιους να φοράνε από παραδοσιακές ενδυμασίες μέχρι εκλεκτικά μοντέρνα σύνολα. Οπως δήλωσε ο ίδιος, «παρόλο που το προφίλ του Ντακάρ ως προορισμού μόδας έχει ανέβει, η λήψη αυθόρμητων φωτογραφιών με κομψούς ανθρώπους δεν είναι τόσο εύκολη όσο στη Νέα Υόρκη ή στο Παρίσι. Οι Σενεγαλέζοι είναι γνωστοί για τη φιλικότητα και τη φιλοξενία τους, αλλά η σχέση τους με τις κάμερες της Δύσης είναι συγκρατημένη».

Μια εκτενής έκθεση-φόρος τιμής στην αφρικανική μόδα, στη δύναμη των μοναδικών υφασμάτων και το ρόλο τους στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας εγκαινιάστηκε το περασμένο καλοκαίρι στο Victoria and Albert Museum του Λονδίνου, η πρώτη στα 170 χρόνια ιστορίας του. 



Χρειάστηκε περισσότερα από δύο χρόνια προετοιμασίας, ενώ η ομάδα των επιμελητών συμβουλεύτηκε πολλούς ειδικούς και μια ομάδα ατόμων από την αφρικανική διασπορά. Η έκθεση ξεκινά με μια ιστορική ανασκόπηση των χρόνων της απελευθέρωσης της Αφρικής από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 έως το 1994, αλλά και την πολιτιστική αναγέννησή της, που υποκινήθηκε από την κοινωνική και πολιτική αναδιάταξη. Σε αυτό το τμήμα εξετάζονται η σημασία του υφάσματος σε πολλές αφρικανικές χώρες και ο τρόπος με τον οποίο η κατασκευή υφασμάτων και η φορεσιά των ιθαγενών έγιναν στρατηγική πολιτική πράξη ήδη από τη στιγμή της ανεξαρτησίας. 

Βλέπουμε σε φωτογραφία τον πρώην πρωθυπουργό της Γκάνας, Κβάμε Νκρούμαχ, να φορά ένα παραδοσιακό πολύχρωμο ύφασμα κέντε καθώς ανακοινώνει την ανεξαρτησία της χώρας του από τη βρετανική κυριαρχία το 1957.

H έκθεση εστιάζει στο ήθος του παναφρικανισμού που αγκάλιασαν πολλοί από τους σχεδιαστές και τους καλλιτέχνες της ηπείρου. «Οι Αφρικανοί δημιουργοί έχουν σχεδόν αφεθεί έξω από τις συζητήσεις για το μέλλον της μόδας και νομίζω ότι είναι καιρός ο παγκόσμιος Βορράς να κοιτάξει και να μάθει από τους σχεδιαστές στη δική μας ήπειρο», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου η δρ Τσέσινσκα. 

Παράλληλα, η έκθεση αναδεικνύει τη σημασία των φωτογράφων όπως ο Σανλέ Σόρι από την Μπουρκίνα Φάσο, ο οποίος απαθανάτισε όπως κανείς άλλος τη Youthquake αλλαγή της δεκαετίας του 1960.

Αλλα έργα της έκθεσης περιλαμβάνουν ρούχα σχεδιαστών του 20ού αιώνα που γεφύρωσαν πολιτισμούς για να βάλουν τη σύγχρονη αφρικανική μόδα στον παγκόσμιο χάρτη, αλλά τα ονόματα των οποίων έχουν παραμείνει σε μεγάλο βαθμό άγνωστα εκτός της ηπείρου. Μία από αυτούς είναι η Shade Thomas-Fahm, η οποία θεωρείται η πρώτη σύγχρονη σχεδιάστρια της Νιγηρίας. Πρώην νοσοκόμα στο Λονδίνο της δεκαετίας του 1950, δημιούργησε κοσμοπολίτικες εκδοχές υφασμάτων όπως αυτά που φορούσαν εξέχουσες προσωπικότητες του Λάγος τη δεκαετία του 1970. 



Ο Chris Seydou, ένας άλλος σχεδιαστής που ξεχωρίζει στην έκθεση, έγινε γνωστός τη δεκαετία του 1980 χρησιμοποιώντας αφρικανικά υφάσματα όπως το b g lanfini, ένα χειροποίητο βαμβακερό ύφασμα από το Μάλι βαμμένο παραδοσιακά με λάσπη που έχει υποστεί ζύμωση. Το σύγχρονο τμήμα της έκθεσης παρουσιάζει το έργο γνωστών και πιο ανερχόμενων σχεδιαστών οι οποίοι εμβαθύνουν στο παρελθόν, για να (ξανα)ανακαλύψουν και να διασώσουν υλικά και παραδοσιακές τεχνικές που κινδύνευαν να αφανιστούν. 

Ανάμεσά τους η σχεδιάστρια βιώσιμων υφασμάτων Sindiso Khumalo, η οποία θίγει με τις δημιουργίες της πολιτικά ζητήματα όπως ο φεμινισμός και τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Στην καρδιά πολλών αφρικανικών brands είναι η έμφυτη εστίαση στην αργή και βιώσιμη μόδα, ενώ επιλέγουν συνειδητά να συνεργάζονται με τοπικούς τεχνίτες για να συνεχιστεί η ανάπτυξη στις αγορές τους.

«Τώρα περισσότερο από ποτέ, οι Αφρικανοί σχεδιαστές αναλαμβάνουν τη δική τους αφήγηση και λένε στους ανθρώπους αυθεντικές ιστορίες, όχι φανταστικές ουτοπίες», δήλωσε για την έκθεση ο σχεδιαστής Thebe Magugu. «Είναι ένα τόσο μεγάλο ορόσημο για εμάς γιατί εδραιώνει τη θέση μας στην ιστορία», δήλωσε η Αϊσα Αγιένσου, ιδρύτρια της Christie Brown, εταιρείας γυναικείων ενδυμάτων από την Γκάνα, και πρόσθεσε: «Μας βάζει μπροστά στους σωστούς ανθρώπους. Προσθέτει αξία στη “Made in Africa” ταυτότητα και κεντρίζει την περιέργεια των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, όχι μόνο να ανακαλύψουν τις αφρικανικές μάρκες, αλλά και να τις υποστηρίξουν».

Τα τελευταία χρόνια τα ραντάρ των μεγαλύτερων οίκων μόδας στρέφονται όλο και συχνότερα στην Αφρική όχι μόνο για έμπνευση, αλλά και για αναζήτηση ξεχωριστών πρώτων υλών. Το 2020 ο οίκος Dior βρήκε κοινό έδαφος με την αφρικανική ήπειρο και παρουσίασε στο Μαρακές την cruise συλλογή του. 

Η καλλιτεχνική διευθύντρια Μαρία Γκράτσια Κιούρι προσκάλεσε καλλιτέχνες και τεχνίτες από διαφορετικά backgrounds να συνεργαστούν μαζί της για να ανοίξουν ένα δημιουργικό διάλογο με σημείο αναφοράς την πλούσια αφρικανική κουλτούρα. Ζήτησε, επίσης, από τον Pathé Ouédraogo, έναν από τους πιο γνωστούς σχεδιαστές της Αφρικής, να δημιουργήσει ένα εμπριμέ πουκάμισο μαντίμπα που παρέπεμπε σε αυτά που φορούσε ο πρόεδρος της Νότιας Αφρικής Νέλσον Μαντέλα για να νιώθει ότι συνδέεται με το λαό του.

Τον περασμένο Δεκέμβριο, λίγες ημέρες μετά την ολοκλήρωση της Εβδομάδας Μόδας του Ντακάρ, ο οίκος Chanel βρέθηκε εκεί για να παρουσιάσει τη συλλογή Métiers d’Art. Αυτό δεν ήταν μόνο το παρθενικό σόου της Chanel σε αφρικανικό έδαφος, αλλά επίσης το πρώτο σόου υψηλής ραπτικής που διοργανώθηκε από δυτικό οίκο μόδας στην Υποσαχάρια Αφρική. 

Σημειολογικά, αυτή ήταν μια στιγμή-ορόσημο για ένα γαλλικό οίκο να επιστρέψει σε μια πρώην αποικία της Γαλλίας και να ανακαλύψει νέες συνεργασίες όπως με το ιστορικό ταπητουργείο του Τιές, λίγο έξω από το Ντακάρ. Και δεν ήταν μόνο τα πλουμιστά ενδύματα και αξεσουάρ που ανέδειξαν τις ποικίλες αφρικανικές κουλτούρες, αλλά και οι δεσμεύσεις που έκανε ο οίκος ανακοινώνοντας μια σειρά από επερχόμενες, δημιουργικές ανταλλαγές μεταξύ της Chanel και του Μουσείου Αφρικανικών Τεχνών IFAN, που τόνωσαν το αισιόδοξο κλίμα για τη διάνοιξη περισσότερων καλλιτεχνικών μονοπατιών μεταξύ Αφρικής και Δύσης.

Η στήριξη των ταλέντων

Η ακμάζουσα σκηνή μόδας στην Αφρική σφύζει χάρη σε μια πλειάδα νέων σχεδιαστών που διψούν να ξεχωρίσουν. Λαμπρά παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι η μόδα της Αφρικής ήρθε για να διαμορφώσει τη δική της σχολή είναι ο Νιγηριανός Kenneth Ize, ο οποίος το 2019 ήταν ανάμεσα στους φιναλίστ για το διάσημο βραβείο LVMH, και ο Νοτιοαφρικανός Thebe Magugu, που κέρδισε εκείνη τη χρονιά το βραβείο LVMH, συνεργάστηκε στη συνέχεια με την Adidas και προσκλήθηκε από το γαλλικό brand AZ Factory να σχεδιάσει μερικά limited edition κομμάτια. Ανάμεσα στα καταξιωμένα brands της νιγηριανής μόδας περιλαμβάνονται αυτό της Andrea Iyamah, τα ρούχα της οποίας έχουν φορεθεί από τη Μισέλ Ομπάμα, την Κέιτ Χάντσον και την Γκάμπριελ Γιούνιον, όπως επίσης και της Banke Kuku, άλλο ένα  αγαπημένο brand της Ομπάμα καθώς και της Αφροαμερικανίδας τραγουδίστριας Kelis. Στο πλευρό αυτών των νέων φωνών της μόδας στέκονται οι διάσημοι Αφρικανοί συντάκτες και στυλίστες μεγάλων περιοδικών μόδας, όπως o διευθυντής του περιοδικού «Dazed» Ιμπ Καμαρά, ο οποίος προβάλλει πολύ συχνά τον σχεδιαστικό πλούτο της Αφρικής.

Η ισχυρή παράδοση στη χειροτεχνία και την κληρονομιά της κλωστοϋφαντουργίας έχουν εκτιμηθεί από αρκετά, μεγαλύτερα και μικρότερα, brands της Ευρώπης. Το ελληνικό brand Kimalé της Ιρέν Μαμφρεντός από την αρχή της ίδρυσής του στήριξε όλη τη σχεδιαστική φιλοσοφία του στα περίτεχνα αφρικανικά μοτίβα, με τη δημιουργό του να αναφέρει σχετικά: «Ενα σταθερό ποσοστό των υφασμάτων στις συλλογές Kimalé είναι το θρυλικό wax print. Ενα ιδιαίτερα όμορφο και ανθεκτικό ύφασμα οποίο με τα χρόνια ονομάστηκε african wax print διότι χρησιμοποιείται πλέον σχεδόν αποκλειστικά από τις χώρες της Δυτικής Αφρικής. Η ιστορία του, όμως, έχει τρομερό ενδιαφέρον διότι προέρχεται από την Ινδία και την τεχνική του μπατίκ, την οποία αντέγραψαν οι Ολλανδοί αποικιοκράτες και τη βιομηχανοποίησαν. Αρχικά πίστευαν ότι το wax print θα έκανε θραύση στην Ευρώπη, αλλά διαψεύστηκαν κι έτσι δοκίμασαν να το εξαγάγουν στις αποικίες που είχαν στις χώρες της Αφρικής. Εκεί το κοινό το λάτρεψε κι έτσι με τα χρόνια εξελίχθηκε με ακόμα περισσότερα εντυπωσιακά συμβολικά σχέδια. Υπάρχουν, όμως, και γνήσια είτε υφαντά είτε βαμμένα αφρικανικά υφάσματα όπως το μπογκολάν, το κέντε, το κίτα, το ασο-οκ και το ίντιγκο. Τα προμηθευόμαστε και αυτά από τη Δυτική Αφρική, αλλά σε μικρότερες ποσότητες διότι έχουν υψηλό κόστος λόγω της μοναδικότητας και της χειροποίητης δουλειάς που απαιτούν για να δημιουργηθούν».

Η επιθυμία να χρησιμοποιηθεί η μόδα ως όχημα για την πραγματοποίηση της αλλαγής είναι αυτό που ενώνει πολλούς σχεδιαστές και φωτογράφους απ’ όλη την Αφρική, οι οποίοι διερωτώνται πώς θα μπορούσαν να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας πιο δίκαιης βιομηχανίας μόδας. Καταλυτικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια παίζουν μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, όπως το African Fashion Foundation (AFF) και το Συμβούλιο Διεθνούς Αφρικανικής Εκπαίδευσης Μόδας (CIAFE). Το μεν AFF ενδυναμώνει σχεδιαστές μόδας και καλλιτέχνες από την Αφρική και τη Διασπορά ώστε να επιτύχουν στην παγκόσμια βιομηχανία της μόδας, παρέχοντάς τους ταυτόχρονα εκπαιδευτικές και επαγγελματικές ευκαιρίες σε συνεργασία με καθιερωμένους επαγγελματίες, το δε CIAFE είναι αφιερωμένο στη βελτίωση των προτύπων εκπαίδευσης και έρευνας μόδας στην Αφρική συμβάλλοντας παράλληλα στη δημιουργία ευκαιριών για μελλοντικά ταλέντα.

Σύμφωνα με έκθεση της πλατφόρμας Fashionomics, η βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης της Αιθιοπίας έχει αυξηθεί κατά μέσον όρο 51% τα τελευταία 5-6 χρόνια.

Συμπληρωματικά με τη δράση των δύο, ένας άλλος φορέας, το Αφρικανικό Ινστιτούτο Ερευνας Μόδας (AFRI), στοχεύει σε συνεργασίες ανάμεσα σε ντόπιους και διεθνείς δημιουργούς, ακαδημαϊκούς, στοχαστές, φοιτητές μέσω πλατφορμών και δικτύων παραγωγής και ανταλλαγής γνώσης χρησιμοποιώντας διαδικτυακό και κοινόχρηστο υλικό για προβολή, προγράμματα σπουδών και γενικό δημόσιο συμφέρον. Σύμφωνα με έκθεση της πλατφόρμας Fashionomics της Αφρικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης, που στόχο έχει να παρέχει συμβουλευτικές κατευθύνσεις αλλά και πόρους στις εγχώριες νεοφυείς εταιρείες μόδας, ανάμεσα στα επιτυχημένα παραδείγματα της Αφρικής αναφέρει ότι η βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης της Αιθιοπίας έχει αυξηθεί κατά μέσον όρο 51% τα τελευταία 5-6 χρόνια, ενώ η Ακτή Ελεφαντοστού και η Αιθιοπία αναμένεται να δουν σημαντική ανάπτυξη στις αλυσίδες παραγωγής υφασμάτων στο εγγύς μέλλον.

Φαίνεται ότι η διεθνοποίηση της μόδας αρχίζει να κοιτάζει πέρα από την ευρωκεντρική προοπτική, ωστόσο, σύμφωνα με ορισμένους ειδικούς, η παρουσία και ενσωμάτωση της αφρικανικής μόδας στη Δύση εξακολουθεί να είναι περιορισμένη. Λίγοι retailers με φυσικά καταστήματα πωλούν αφρικανική μόδα, ενώ σε αντιδιαστολή τα διαδικτυακά καταστήματα, όπως το Net-a-Porter, είναι πιο δεκτικά στην ένταξη αφρικανικών brands, όπως το Tongoro της σχεδιάστριας Σάρα Ντιούφ με έδρα στο Ντακάρ, το οποίο σημειώνει υψηλές πωλήσεις. Βέβαια πολλά «Made in Africa» brands επιλέγουν μόνο το ηλεκτρονικό εμπόριο γιατί αυτό το επιχειρηματικό μοντέλο τούς επιτρέπει να προσεγγίσουν τον ευρύτερο χώρο της μόδας, προσπερνώντας τα μεταφορικά logistics που προκύπτουν σε άλλη περίπτωση. Το σημαντικό είναι ότι οι σχεδιαστές της Αφρικής έχουν αποδείξει ότι μπορούν να παράγουν ρούχα που είναι εξίσου υψηλού επιπέδου όπως αυτά της ευρωπαϊκής ή οποιασδήποτε άλλης ανταγωνιστικής αγοράς μόδας και το στοίχημα τώρα είναι να τα δούμε να ανθούν σε ακόμα περισσότερα μητροπολιτικά λιβάδια μόδας.

Πηγή: protothema.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια