ΔΙΑΒΑΣΤΕ

6/recent/ticker-posts

Το Broadway ανοίγει τώρα στις ελληνικές αίθουσες

 Το Broadway ανοίγει τώρα στις ελληνικές αίθουσες, όμως η ταινία του Χρήστου Μασσαλά έχει ήδη ταξιδέψει τον κόσμο. Έκανε την πρεμιέρα της στο σημαντικό Φεστιβάλ του Ρότερνταμ, ακολούθησαν οι Βρυξέλλες, το Βουκουρέστι, το Σεράγεβο, η Σλοβακία, το Μιλάνο όπου κατέληξε να βραβευτεί ως Καλύτερη Ταινία από την Ένωση Ιταλών Κριτικών Κινηματογράφου, ενώ έπεται η διανομή της στις Ηνωμένες Πολιτείες μέσα στη χρονιά.

Ο σκηνοθέτης-σεναριογράφος της, βέβαια, δε βλέπει για πρώτη φορά τις δημιουργίες του να γυρίζουν τον κόσμο. Πριν το Broadway, την πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του, ο Χρήστος Μασσαλάς έχει δει τα φιλμ μικρού μήκους του να παρουσιάζονται σε πάνω από 200 διεθνή φεστιβάλ, με το COPA-LOCA που προηγήθηκε το 2017 να κάνει πρεμιέρα στο Φεστιβάλ των Καννών.

Το φιλμ έχει στ’ αλήθεια τη στόφα μίας διεθνούς ταινίας κι ας είναι η ματιά του στραμμένη μονάχα στην Αθήνα. Ακολουθεί μία συμμορία πορτοφολάδων που κατοικούν σε ένα εγκαταλελειμμένο συγκρότημα ψυχαγωγίας, το Broadway, παρέα με μία μαϊμού και τον σκιώδη Κλειδαρά (Χρήστος Πολίτης). Εκεί θα βρει καταφύγιο η Νέλλη (Έλσα Λεκάκου), μία χορεύτρια που καταδιώκεται από τη μητέρα της, μετά την προτροπή του αρχηγού της συμμορίας, του Μάρκου (Στάθης Αποστόλου), αλλά δεν θα είναι η μόνη νέα προσθήκη στην ομάδα που θα προκαλέσει παρενέργειες στις δυναμικές της. Στο ξεχασμένο κτίριο έχει κρυφτεί και ο Jonas (Φοίβος Παπαδόπουλος), ένας μυστηριώδης χαρακτήρας με επικίνδυνους εχθρούς που χρειάζεται να μεταμφιεστεί σε Barbara για να μην τον ανακαλύψουν. Και εάν σε αυτή τη μεταμφίεση κρύβεται κάποια δική του ανακάλυψη;

Μία ανορθόδοξη οικογένεια από αυτές που φτιάχνουμε μόνοι μας, μία μυθοπλαστική τοποθεσία που θα ήθελες πολύ να μπορείς να επισκεφθείς, πρωτότυπη μουσική από τον οσκαρικό Gabriel Yared, νεο-νουάρ χιτσκοκικών πινελιών ντυμένο με τα πιο αστραφτερά κοστούμια, drag queens που καταφθάνουν την κατάλληλη στιγμή για να σε σώσουν μαζί με έναν αιφνίδιο Λάκη Γαβαλά, ένας καταπληκτικός Χρήστος Πολίτης σε ένα μικρό διάλειμμα από την απόσυρσή του από την υποκριτική, και Ελένη Φουρέιρα στο πιο οργανικό cameo. Μιλήσαμε για όλα αυτά ένα απόγευμα στον κινηματογράφο Άνεσις με τον δημιουργό και το καστ του Broadway.

     


 Η γέννηση του Broadway

Πότε και πώς προέκυψε η ιδέα του Broadway;

Μασσαλάς: Ξεκίνησε μάλλον το 2014. Τότε άρχισα να γράφω σκέψεις για αυτή την ιστορία, αν και είχαν προηγηθεί άλλες σκέψεις που είχαν οδηγήσει τελικά σε αυτή τη σύνθεση. Μετά δούλεψα για πολλά χρόνια το σενάριο με την αρχική ιδέα μίας συμμορίας πορτοφολάδων που χορεύουν, ή χορευτές που κλέβουν. Βήμα-βήμα προσπαθούσα να ανακαλύψω ποιος είναι ο κόσμος τους, ποιες οι δυναμικές τους, πού μένουν. Σκεπτόμενος ποιο μπορεί να είναι το καταφύγιό τους βρήκα το Broadway και κάπως έτσι ξεκλείδωσε η ιστορία.

Το Broadway των Ηνωμένων Πολιτειών παίζει ρόλο στη δική σου ζωή;

Μασσαλάς: Ναι, βέβαια. Όταν βρήκα το ελληνικό Broadway ήταν κάτι που είχε νόημα για μένα, δεν ήταν απλώς μία κοινή ονομασία. Ήταν σα να συνδέθηκα με κάτι από το παρελθόν μου. Το φανταστικό παρελθόν μου ως παιδί. Με ενδιέφεραν τα μιούζικαλ, η ιδέα του Broadway – όταν ήμουν μικρός είχα ταξιδέψει στην Αμερική και δεν είχα καταφέρει να πάω στο Broadway αλλά είχα περάσει ξυστά από τη λεωφόρο του. Είχα χτίσει κάτι στο μυαλό μου γι’ αυτό, κι έτσι όταν το είδα το πυροδότησε.

Σε ελκύει η ιδέα του found family; Η οικογένεια που βρίσκουμε και φτιάχνουμε μόνοι μας.

Μασσαλάς: Με ενδιαφέρει, ναι. Δεν θα το αναλύσω πολύ, αλλά σίγουρα με ενδιαφέρει και είναι προσωπικό ζητούμενο. Είναι ένα θέμα που με απασχολεί. Και σε αυτή την ταινία και ενδεχομένως και σε επόμενες ταινίες θα βρίσκονται παραλλαγές αυτού του θέματος.

Πήγαινε πάντα για μεγάλου μήκους;

Ναι. Κάποια στιγμή στην πολλή αρχή είχα σκεφτεί μήπως θα μπορούσε να είναι μία ταινία που θα γύριζα με έναν πιο άμεσο τρόπο. Μετά μου έφυγε ως ιδέα γιατί συνειδητοποίησα ότι πρέπει να φτιαχτεί ένας κόσμος και αυτό σήμαινε πως θα έπρεπε να περιμένω για χρηματοδοτήσεις.

Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν αυτό το πρακτικό μέρος;

Μασσαλάς: Δύσκολο και πολύ χρονοβόρο. Όταν θες να κάνεις μία ταινία σαν αυτή, υπάρχει δηλαδή ένας κόσμος και χρειάζονται αρκετά χρήματα για να δημιουργηθεί, αυτά δεν μπορούν να καλυφθούν μόνο από τις ελληνικές χρηματοδοτήσεις γιατί είναι περιορισμένες. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να βρεις παραγωγούς από το εξωτερικό. Το Broadway είναι μία συμπαραγωγή τριών χωρών οπότε είσαι και έρμαιο της γραφειοκρατίας της κάθε χώρας. Ένα μεγάλο κομμάτι αυτών των 7-8 χρόνων ήταν απλώς ότι το πρότζεκτ περίμενε κάπου σε κάποιο γραφείο. Στο ενδιάμεσο έπρεπε να διατηρώ την επαφή μου με το σενάριο.

Πώς μάζεψες τους Avengers σου; Κανείς τους δεν είναι προβλέψιμη επιλογή.

Μασσαλάς: Μου αρέσει που λες Avengers γιατί – αναδρομικά το σκέφτομαι – μία βασική αναφορά είναι οι Power Rangers που έβλεπα όταν ήμουν μικρός. Νομίζω ότι είχαν καθίσει τόσο πολύ μέσα στο μυαλό μου οι δυναμικές των ομάδων, ακόμα και το γεγονός ότι ο καθένας είχε το χρώμα του. Πολτός το κεφάλι μου! Δεν το σκεφτόμουν καθόλου στην ταινία αλλά μάλλον ισχύει.

Ήταν οι πρώτες σου επιλογές; Οι αυτονόητες επιλογές;

Μασσαλάς: Σε πρώτη φάση, στα 2 χρόνια που έγραφα το σενάριο, γνώρισα την Έλσα και κάναμε μαζί μία μικρού μήκους, το COPA-LOCA. Μετά από αυτό ήρθε αμέσως και κατέλαβε τον ρόλο. Για τον χαρακτήρα της Νέλλης δεν είδα άλλες ηθοποιούς. Το κάστινγκ των υπολοίπων ξεκίνησε στα 4 χρόνια και έκανα οντισιόν. Είδα πολύ κόσμο – πάρα, πάρα πολύ κόσμο. Ηθοποιούς που μπορεί να γνωρίζεις, ηθοποιούς που μπορεί να μη γνωρίζεις, μη ηθοποιούς. Όταν όμως βρήκα τα παιδιά δεν χρειάστηκε να το πολυσκεφτώ.

Μετά την Έλσα ήταν ο Φοίβος, και ο Φοίβος μου είπε «έχω έναν φίλο μου τον Στάθη, μήπως θες να τον δεις για τον ρόλο του Μάρκου;». Για τον ρόλο του Ρούντολφ είχα δει πάρα πολλούς. Ήμουν σε φάση που πραγματικά δεν έβρισκα αυτόν που ήθελα και για τον συγκεκριμένο ρόλο είχα το feeling ότι ίσως θα ήταν κατάλληλος κι ένας άνθρωπος που δεν είναι εκπαιδευμένος ηθοποιός. Μου είπε τελικά ένας φίλος ότι υπάρχει ένα παιδί που δουλεύει στο BeQueer, μήπως να τον δεις; Και έτσι βρήκα τον Ρούντολφ.

Οι χαρακτήρες σας είναι όλοι πολύχρωμοι, πρέπει να ξεπηδούσαν από τις σελίδες. Πώς συνδεθήκατε μαζί τους;

Έλσα Λεκάκου: Νομίζω ότι εγώ δεν είχα entry point. Ήταν μία κλιμάκωση, ξεκινώντας από τις πρόβες και γνωρίζοντας τους υπόλοιπους, άρχισα να ανακαλύπτω μέσα από την αλληλεπίδραση το αφήγημα που έχτιζε μέσα μου. Ανάλογα με το ποιος παίρνει τον κάθε ρόλο και τον ποιον έχεις απέναντί σου, είναι άλλη η ταινία. Επομένως, από την κάθε περίπτωση των συμπρωταγωνιστών μου ξεχωριστά, έπαιρνα και βιογραφικά στοιχεία για τον ρόλο μου. Κάναμε πολύ καιρό πρόβες, κάναμε τις χορογραφίες επίσης πολύ καιρό που νομίζω ότι το κινησιολογικό κομμάτι δημιούργησε και ένα οργανικό βίωμα που με έφερε κοντά με τον χαρακτήρα.

Προφανώς, επίσης από το σενάριο βρίσκω το Α και το Ω για τον χαρακτήρα μου. Είναι σα να ζει διπλή ζωή, στην αρχή με τον Μάρκο και μετά με την Barbara. Είναι μία διχοτόμηση που εν τέλει είναι συμπληρωματική για τον χαρακτήρα. Οι πρόβες, το σενάριο και ο τρόπος που ο Χρήστος μας μετέδωσε το όραμά του ήταν καταλυτικά.

Για σένα, Φοίβο; Έχεις τον πιο ακαθόριστο χαρακτήρα.

Παπαδόπουλος: Τεχνικά είχε κάποια πρόκληση, κατά τ’ άλλα η διαδικασία του γυρίσματος ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Κατασκευαστικά είχε πρόκληση καθότι έπρεπε να επαναπροσαρμοστώ σε καινούρια δεδομένα. Ήταν αρκετά μακριά από μένα. Ήταν πρόκληση για μένα ως ηθοποιό αλλά ήταν και η γνωριμία με τον Χρήστο και το όραμά του. Όταν άρχισα να το συνειδητοποιώ άρχισα και να το υποστηρίζω. Ήταν δύσκολο εγχείρημα και ήθελα να κάνω κάτι δύσκολο. Είχα δει και την Έλσα στο COPA-LOCA, είχε πάρα πολλή πλάκα, μου άρεσε αυτό που είδα και αισθάνθηκα ότι ήταν τιμή μου.

Τι θα κρατούσες από τη Barbara; Για την προσωπική σου ζωή.

Παπαδόπουλος: Υπάρχει μία ευελιξία σε αυτόν τον χαρακτήρα στο πώς μπορεί να επιβιώνει. Είναι αρκετά μακριά από μένα αλλά μου αρέσει πολύ ως ιδιοσυγκρασία, ως πυρηνική πεποίθηση. Μπορεί να είναι ντυμένη με αυτόν τον τρόπο, αλλά ποιος ξέρει τι κρύβεται μέσα στο δοχείο; Είναι survivor.

Εσύ, Στάθη; Είσαι ο κακός και οι ηθοποιοί είναι συνήθως λίγο πιο ευχαριστημένοι όταν παίζουν τον κακό.

Αποστόλου: Εγώ δεν μπορούσα να αντιμετωπίσω τον χαρακτήρα μου ως κακό. Έβλεπα όσα επεδίωκε στο σενάριο, οπότε στη διάρκεια των γυρισμάτων δεν τον έβλεπα ως κακό. Είχε τη δικιά του ατζέντα. Όταν είδα την ταινία για πρώτη φορά, που την παρουσιάσαμε στη Γαλλία, εντυπωσιάστηκα γιατί δεν περίμενα έτσι. Δεν έχεις ακριβώς την αντίληψη του τι κάνεις εκείνη τη στιγμή. Στην υποκριτική λέμε ότι η ομορφιά δεν είναι ούτε στον έναν, ούτε στον άλλον ηθοποιό, είναι στον ενδιάμεσο χώρο. Κάπως τα πράγματα δημιουργήθηκαν έτσι, μέσα από τους συνεργάτες που ήταν υπέροχοι, μέσα από όλη τη διαδικασία, μέσα από τον Χρήστο. Είχα φοβερή καθοδήγηση. Μου είχε δώσει πολύ ωραία references που τα μελέτησα, για πορτοφολάδες για παράδειγμα. Μελέτησα τους Ρουμάνους και κάποιους Ιταλούς, επίσης κάποιους ταχυδακτυλουργούς και κάποια κόλπα τους, και μου είχε δώσει για αναφορά και τον Καντάφι. Βρίσκεσαι σιγά-σιγά εκεί που πρέπει, δεν είναι κάποια πόρτα που ξεκλειδώνεις.

Λεκάκου: Πέραν όλων των προβών και της προετοιμασίας, των συνομιλιών μεταξύ μας ή με τον Χρήστο, όταν βιώσαμε πρώτη φορά τον σκηνικό χώρο και τη σκηνογραφία – πριν καν ξεκινήσουμε γυρίσματα, όταν μπήκαμε και περπατήσαμε στον χώρο του Broadway – δεν μπορώ να το εξηγήσω με λόγια αλλά ήταν ένα βίωμα από μόνο του. Η αισθητική του – μία εικόνα, χίλιες λέξεις.

Αποστόλου: Απέκτησε σάρκα και οστά. Διαβάζεις ένα σενάριο, ξέρεις ένα όραμα, προσπαθείς να οραματιστείς κι εσύ μέσα σε ένα όραμα του άλλου, αλλά ξαφνικά βρίσκεις έναν χώρο πιο πραγματικό που τα ενσωματώνει όλα αυτά.

Πρέπει να σας βοήθησαν και τα ρούχα. Είναι για όλους σας πολύ χαρακτηριστικά.

Λεκάκου: Εννοείται! Τώρα που είπες για τα ρούχα μού ‘σκασε. Έραβαν τα ρούχα πάνω μας, πετραδάκι-πετραδάκι. Κάναμε τόσες δοκιμές. Θυμάμαι μία φορά που φορέσαμε κάτι που ήταν υπό κατασκευή, είχαμε δει ένα ψήγμα του οράματος του τελικού αποτελέσματος και ήταν από μόνο του αποκαλυπτικό.

Στήνοντας το Broadway

Ποιες ήταν οι επιρροές σου; Είτε αφηγηματικά, είτε αισθητικά.

Μασσαλάς: Όταν γράφω ένα σενάριο δεν σκέφτομαι έναν σκελετό και διαλόγους. Για μένα είναι λίγο πιο 3D. Βλέπω τα ρούχα, τα σκηνικά, τα χρώματα. Προσπαθώ να τα αποτυπώσω στο σενάριο μέχρι εκεί που με παίρνει. Τα δικά μου σενάρια σε σχέση με άλλα έχουν πολλή περιγραφή. Στην περίπτωση του Broadway ο χώρος ήταν ένας πολύ συγκεκριμένος χαρακτήρας, με πολύ συγκεκριμένη γεωγραφία, με πολύ συγκεκριμένο ύφος. Όλα αυτά υπήρχαν ήδη από το σενάριο.

Οι αναφορές μου είναι πολλές, είναι δύσκολο να απομονώσω κάποιες, αλλά σίγουρα έχω επηρεαστεί πολύ από το παλιό σινεμά, του ‘50, του ‘40. Τις ταινίες του Vincente Minnelli για παράδειγμα. Δεν ήταν επιρροές για την ταινία, αλλά επιρροές δικές μου που έχουν εντυπωθεί μέσα μου, η παλέτα από την οποία αντλώ κάθε φορά που δημιουργώ κάτι, σε συνδυασμό με τα βιώματα και τις παραστάσεις μου.

Με τα ρούχα μπορώ να σου πω πιο συγκεκριμένα. Με τη Μάρι την Αλειφέρη που είναι η ενδυματολόγος, μελετήσαμε πάρα πολύ τον Bob Mackie. Έναν σχεδιαστή που ξεκίνησε τη δεκαετία του ‘70 και καθιέρωσε τα Swarovski, γιατί έκανε τα κοστούμια της Cher και της Diana Ross. Κάποια ρούχα που φοράνε και η Barbara και η Νέλλη είναι ευθείες αναφορές σε αυτά τα κοστούμια. Ήταν πολύ συνειδητό, όπως και κάποια πράγματα από τα πρώτα shows του John Galliano.

Όλο αυτό όμως πρέπει να εντάσσεται και να χωράει μέσα στον κόσμο και τη χρονολογία της ιστορίας. Είναι κοστούμια που βρίσκουν αυτοί οι χαρακτήρες στο Broadway, έναν χώρο του ‘70 και του ‘80 οπότε στο μυαλό το τάδε κοστούμι το είχε φορέσει ενδεχομένως κάποια Ελληνίδα σταρ της εποχής – γιατί όντως η Βουγιουκλάκη ας πούμε είχε παίξει στο Broadway – και αυτό κλείδωσε το στιλ κάποιων ρούχων αλλά και επίπλων. Το βασικό είναι ότι όταν φτιάχνεις μία σεναριακή συνθήκη με ένα εγκαταλελειμμένο θέατρο που βρίσκεις μέσα κοστούμια, αν δεν έχεις έναν κώδικα μπορεί να χαθείς. Μπορεί το Broadway να μοιάζει με ένα συνοθύλευμα πραγμάτων, αλλά έχει κώδικα.

 

Η Αθήνα που βλέπουμε στην ταινία δεν είναι η Αθήνα που βλέπουμε συχνά στη μυθοπλασία.

Μασσαλάς: Το ακούω από πολλούς αυτό. Εσύ πώς το εννοείς;

Σίγουρα το queer στοιχείο που δεν το βλέπουμε συχνά με αυτόν τον τρόπο. Υπήρχαν όμως και σημεία της Αθήνας που ήταν σα να μην είναι η γνωστή μας πόλη, και άλλα στα οποία είναι εντελώς αναγνωρίσιμη.

Μασσαλάς: Μπορεί αυτό να έχει να κάνει και με το γεγονός ότι δεν μεγάλωσα στην Αθήνα. Τη νιώθω σα σπίτι μου πλέον. Είμαι 10 χρόνια εδώ. Όταν ήμουν πιο μικρός, τα πρώτα μου καλοκαίρια ανεξαρτησίας εδώ τα περνούσα. Δεν ήταν η γειτονιά μου όμως, οπότε όταν ανακάλυπτα την Αθήνα τίποτα δεν ήταν δεδομένο. Έπρεπε να συνθέσω τη δική μου Αθήνα. Πρακτικά έμαθα ότι το ρεπεράζ είναι, για μένα, μία πάρα πολύ σημαντική υπόθεση. Ποια πόρτα θα δεις, ποια πρόσοψη. Τίποτα δεν έγινε τύπου “εντάξει, ας το γυρίσουμε εδώ αυτό”.

Για σας η Αθήνα της ταινίας είναι οικεία; Η ανθρωπογεωγραφία της ας πούμε.

Λεκάκου: Για μένα ναι. Τώρα που είπε αυτό ο Χρήστος συνειδητοποίησα ότι ο καθένας μας έχει το δικό του αφήγημα σε σχέση με το πώς μεγαλώνει, τη γειτονιά του. Εγώ μεγάλωσα στην Κάτω Κυψέλη, 5’ μακριά από το Broadway. Είχα περάσει άπειρες φορές απ’ έξω αλλά ποτέ δεν το είχα φανταστεί. Οι τοποθεσίες της ταινίας αποτελούσαν περισσότερο concepts για μένα, ήταν περισσότερο νοερά και κάτι το πιο ασυνείδητο με το οποίο συνομιλώ.

Το Broadway έχει το glam, τον εγκλεισμό, είναι ένα τεράστιο φάσμα πραγμάτων.

Μασσαλάς: Όταν δει κανείς την ταινία, θα δει ότι κανένας χώρος δεν είναι ένα background, ένα ντεκόρ. Σε κάθε μέρος κάτι συμβαίνει για τους χαρακτήρες. Στο ένα κυνηγάνε κάποιον, στο άλλο συμβαίνει μία συνωμοσία. Κάθε χώρος είναι φορτισμένος ψυχογεωγραφικά.

Αποστόλου: Είναι η Αθήνα με έναν τρόπο που δεν την έχουμε ξαναδεί, αλλά με έναν τρόπο που είναι οικείος.

Παπαδόπουλος: Μπορώ να συνδεθώ ως Αθηναίος με το γεγονός ότι η ταινία γυρίστηκε κεντροαθηναϊκά. Αυτό έχει τρεις τελίτσες μετά. Υπάρχουν ομοιότητες με αυτά που συμβαίνουν στην ταινία, χωρίς να έχω περάσει από αυτές τις θέσεις ή τα μέρη.

«Δεν σκεφτόμουν, “πάμε να κάνουμε μία queer ταινία”»

Μιλώντας για το queer στοιχείο, πόσο σημαντικό ήταν για σένα να είναι αυθεντικό στην ταινία; Γιατί δεν είναι αυτονόητο αυτό, δυστυχώς πουθενά.

Μασσαλάς: Είναι δεδομένο για μένα. Είναι μονόδρομος. Από την άλλη, φτιάχνοντας την ταινία γνώριζα ότι θα είναι queer χωρίς να σκέφτομαι ότι κάνουμε μία queer ταινία. Επειδή αυτό πηγάζει από τη δική μου ευαισθησία, τα πράγματα που κάνω είναι queer. Οτιδήποτε και να κάνω, θα έχει αυτή τη χροιά. Δεν σκεφτόμουν “πάμε να κάνουμε μία queer ταινία”, σκεφτόμουν “πάμε να πούμε μία ιστορία”. Επειδή έχω ουσιαστική σύνδεση με αυτό που λέμε queerness, αυτό προκύπτει φυσικά και δεν θεωρώ ότι θα μπορούσε να μην είναι αυθεντικό όπως λες. Αυτό μπορεί να απασχολεί κάποιον που μπορεί να καταπιάνεται με ένα queer θέμα χωρίς να είναι η δική του, φυσική προδιάθεση. Για μένα that’s it.

Μίλησε μου για τη σκηνή με τις drag queens. Το λάτρεψα αυτό το μέρος.

Μασσαλάς: Ξέρεις, ένα σενάριο το διαβάζουν πολλοί άνθρωποι, πέρα από τους συνεργάτες σου. Όταν το στέλνεις για να χρηματοδοτηθείς, ακούς feedback από διάφορους ανθρώπους. Διαβάζοντας το στο χαρτί μού λέγανε «και ποιες είναι τώρα αυτές; πού πάνε; τι κάνουνε; είσαι σίγουρος ότι κάνει καλό αυτή η σκηνή στην ταινία;». Αλλά είναι η σκηνή που όπου κι αν έχει παιχτεί η ταινία, πάντα η αίθουσα ανταποκρίνεται. Και προφανώς ήθελα να είναι drag queens που είναι υπαρκτά πρόσωπα. Δεν ήθελα να βρω ανθρώπους και να τους ντύσω. Ήθελα ανθρώπους με τις πανοπλίες τους. Σε αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο ο Κωνσταντίνος Μενελάου που τρέχει το Queer Archive. Μας έφερε στην ταινία ό,τι καλύτερο υπάρχει στην drag σκηνή.

 Για τον χαρακτήρα της Barbara είχες άγχος για να τον γράψεις σωστά;

Μασσαλάς: Όχι. Καταλαβαίνω ακριβώς τι λες και κάνεις πολύ σωστά και το ρωτάς. Η ευαισθησία μου είναι συνυφασμένη με όλα αυτά, δεν θα μπορούσα να το σκεφτώ διαφορετικά. Τώρα ως πρoς το casting είναι πολύ βασικό, γιατί η Barbara ξεκινάει ως Jonas, ένας cis άνδρας. Ένας άνθρωπος δηλαδή που ταυτίζεται με το βιολογικό του φύλο και δεν το αμφισβητεί. Στην πορεία μπαίνει σε αυτή τη μεταμφίεση από αναγκαιότητα και σιγά-σιγά, μέσα στο πλαίσιο του Broadway, αυτού του κόσμου που έχει άλλες ταχύτητες και κανόνες από τον έξω κόσμο, αρχίζει να μπαίνει στο πετσί του ρόλου κυριολεκτικά. Αρχίζει και μεταμορφώνεται, αρχίζει και το πιστεύει. Αντλεί από μία θηλυκότητα που όλοι έχουμε μέσα μας, που βέβαια οι cis άνδρες μαθαίνουν ότι πρέπει να την ακρωτηριάζουν.

Αυτό είναι βασικό γιατί ήθελα να βρω έναν χαρακτήρα που δεν θα ήταν από τον drag κόσμο. Θα ήταν ένας άντρας, ένα αγόρι, που αυτό το πράγμα θα το βίωνε όπως ο χαρακτήρας. Βήμα-βήμα τη μεταμόρφωση δηλαδή. Θα το θεωρούσα ανειλικρινές αν έπαιρνα κάποιον που θα ήταν ήδη Barbara χωρίς να είναι Yonas. Επειδή πήρε πολύ χρόνο για να φτιαχτούν οι χαρακτήρες κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, νομίζω κι ο Φοίβος απέκτησε παρελθόν σαν Barbara. Δεν είπαμε, ωραία παιδιά, ευχαριστώ πολύ, θα κάνουμε τα γυρίσματα τότε, θα κάνετε το μακιγιάζ σας. Αυτό το πράγμα χτίστηκε, οπότε όπως και ο Jonas ήρθε με φλατ παπούτσια και σιγά-σιγά άρχισε να ανεβαίνει στα τακούνια. Βέβαια, προφανώς η θηλυκότητα δεν είναι τα τακούνια, εδώ είναι η εκδοχή μίας έκφανσής της.

Εσύ, Φοίβο, είχες δεύτερες σκέψεις; Σκέφτηκες διαβάζοντας τον ρόλο εάν είναι σωστό να τον αναλάβεις; Γιατί υπάρχει και αυτή η συζήτηση.

Παπαδόπουλος: Ναι, το σκεφτόμουν. Υπάρχει αυτή η συζήτηση, η οποία έγινε a priori με τον σκηνοθέτη. Ήταν σαφές τι ζητάει και από ποιον χώρο θέλει να το τσιμπήσει για να τον διαμορφώσει, οπότε προχώρησα.

Κάνει comeback ο Χρήστος Πολίτης;

Θέλω να μου πείτε όλοι για τη συνεργασία σας με τον Χρήστο Πολίτη. Είναι ξεκάθαρο highlight της ταινίας. Χρήστο, ειλικρινά, πώς σου ήρθε καν η ιδέα να του το προτείνεις;

Μασσαλάς: Είναι καταπληκτικός ηθοποιός. Με απασχολούσε χρόνια ο Χρήστος Πολίτης, όχι μόνο τώρα για την ταινία. Είμαστε κι αυτή η γενιά, έτσι; Ο Χρήστος Πολίτης είναι μέσα στις πρώτες μας εικόνες. Είχα δει σε συνέντευξή του σε κάποια εκπομπή πριν από χρόνια, τον είχε βρει μία δημοσιογράφος σε μία εκδήλωση, του είχε χώσει το μικρόφωνο στα μούτρα και του είχε πει κύριε Πολίτη, γιατί έχετε εξαφανιστεί; Είχε απαντήσει ότι έχει κλείσει το κεφάλαιο της υποκριτικής για εκείνον, ότι δεν τον απασχολεί πια, οπότε στο μυαλό μου είχε καταγραφεί ότι αυτός ο άνθρωπος δεν παίζει. Άρχισα να ψάχνω ηθοποιό για αυτόν τον ρόλο λοιπόν, που θα έπρεπε να είναι συγκεκριμένης ηλικιακής γκάμας, έχοντας στο νου ότι δεν θα μπορούσα να έχω τον Χρήστο Πολίτη.

Κάποια στιγμή, αφού είχα κάνει πολλά δοκιμαστικά και δεν είχα βρει κάτι που θα μπορούσε να ευδοκιμήσει, είχαμε φτάσει σε μία φάση αρκετά κοντά στο γύρισμα και έπρεπε να βρω πια τον άνθρωπο που θα έπαιζε αυτόν τον πολύ βασικό ρόλο.

Είναι πολύ βασικός ο ρόλος του, ενώ νόμιζα πως θα ήταν κάποιο cameo. Αλλά είναι πολύ συμπαγής στην ταινία.

Μασσαλάς: Ναι! Πήρα λοιπόν κάποια στιγμή την Athens Casting που έτρεχε το casting για την ταινία και τους ζήτησα να μιλήσω με τον Χρήστο Πολίτη. Μου είπαν ότι θα κάνουν μία επαφή αλλά ότι αποκλείεται να συνεργαστεί, ότι τον έχουν πάρει πολλές φορές για πολλά πράγματα και πάντα λέει όχι. Μετά από 1-2 ώρες με πήραν πίσω και μου είπαν ότι για κάποιο λόγο είχε δεχθεί να μιλήσουμε. Τον παίρνω τηλέφωνο και ακούω αυτή τη φωνή που, ξέρεις, έχουμε απορροφήσει τους κραδασμούς της. Μιλήσαμε και είχα πάθει λογοδιάρροια, προσπαθούσα να του εξηγήσω τι είναι αυτό το πράγμα που πάω να φτιάξω.

Δέχθηκε να συναντηθούμε, βρεθήκαμε μετά από 1-2 μέρες τελικά, και η συνάντηση είχε φοβερή φόρτιση. Ήταν φοβερά συγκινητικό για μένα. Δεν θέλω να μιλήσω για εκείνον, αλλά αισθάνθηκα ότι υπήρξε μία σύνδεση. Μου είπε ότι θα το κάνει ενώ ακόμα δεν είχε διαβάσει όλο το σενάριο και μου ξεκαθάρισε ότι θέλει να κάνει τη συγκεκριμένη ταινία, ότι δεν τον ενδιαφέρει να κάνει κάποιο comeback. Πολλοί θα πουν ότι κάνει αυτό, αλλά δεν έχει λόγο. Εμείς θέλουμε φυσικά να το κάνει, αλλά εκείνον δεν τον τρώει να είναι κάτω από κάποιον προβολέα. Για κάποιον λόγο αποφάσισε να κάνει σε εμάς αυτό το δώρο.

Στο μεταξύ, εμείς κάναμε με τα παιδιά πρόβα 1,5 χρόνο. Όταν λέω πρόβα, εννοώ ότι γνωριζόμασταν. Το σενάριο το δουλέψαμε πολύ λίγο καιρό, αλλά πιο πριν ουσιαστικά χτίζαμε τις σχέσεις μας. Ο Χρήστος Πολίτης ήρθε σε ένα τέτοιο κλίμα. Για μένα είναι δεδομένο ότι θα κάνεις πρόβες και όταν του το είπα, μου απάντησε ότι δεν του έχουν ζητήσει ποτέ στη ζωή του να κάνει πρόβα. Είχε συνηθίσει να του λένε ωραία, παίρνεις ένα σενάριο, σε μισή ώρα πάμε. Του είχε φανεί οριακά τρελό, αλλά ελπίζω να του άρεσε η διαδικασία.

 

Αποστόλου: Είναι φοβερός τύπος. Μάθημα. Πολύ ανοιχτός. Κάναμε πολύ ωραίες κουβέντες, μας είπε πολύ ωραίες ιστορίες από τη ζωή του. Ο τρόπος που μπήκε στον χαρακτήρα ήταν εντυπωσιακός. Δεν έχω λόγια γι’ αυτό το πράγμα, δεν ξέρω πώς έγινε ακριβώς, αλλά ήμουν εκεί, το είδα.

Λεκάκου: Είναι απίστευτα διαπεραστικός άνθρωπος.

Μασσαλάς: Αυτή είναι η λέξη.

Λεκάκου: Είναι λες και μπαίνει μέσα σου.

Παπαδόπουλος: Εγώ δεν ήξερα τι να περιμένω. Είχα το καλτ στοιχείο της Λάμψης στο νου. “Ποιος είσαι, κάθαρμα”, “Έχεις το παιδί μου”, “Τι είπες, Βίρνα;”. Και είδα έναν πολύ αξιοπρεπή και ψαγμένο ηθοποιό. Εκ διαμέτρου αντίθετο από τα τηλεοπτικά που έβλεπα. Όταν κάναμε σκηνή με τον κύριο Πολίτη, ήταν εμπειρία να τον βλέπεις να σέρνει τον χορό. Απλά απολάμβανα τον Χρήστο Πολίτη. Είναι εξαιρετικός και είναι κύριος.

Το τέλειο φινάλε

Χωρίς να δώσουμε σπόιλερ, πόσο σημαντικό ήταν για τον καθένα από σας να δοθεί ελπίδα στο φινάλε του Broadway;

Μασσαλάς: Ναι, ήταν. Θέλω να πιστεύω ότι είναι φωτεινό το φινάλε, ή καλύτερα ότι αναβοσβήνει. Έχουν συμβεί τόσα πολλά σε αυτούς τους χαρακτήρες και δεν με ενδιέφερε να τους καταδικάσω. Ο καθένας τους έχει, με έναν τρόπο, κάτι δικό μου. Άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο. Στο τέλος της ιστορίας όλοι έχουν αλλάξει και έχουν αλλάξει ενδεχομένως επώδυνα. Όλοι έχουν ανακαλύψει κάτι για τους εαυτούς του. Αυτό για μένα είναι αυτόματα φωτεινό. Τώρα κάποιοι μπορεί να έχουν έρθει πιο κοντά στην έννοια της επιτυχίας, ενώ κάποιοι άλλοι όχι, αλλά και πάλι μπορεί να συνειδητοποιούν τι χρειάζονται. Αυτό είναι εξίσου αισιόδοξο. Είναι μία πορεία αυτοανακάλυψης και αυτοπροσδιορισμού. Στο τέλος έχουν όλοι μία ευκαιρία να αλλάξουν τη ζωή τους. Από εκεί και πέρα είναι στο χέρι τους.

Λεκάκου: Ήταν σημαντικό να υπάρχει χαραμάδα. Εννοείται. Δεν είναι ότι το ήθελα, το περίμενα. Δεν είναι ουρανοκατέβατο. Το είδα σαν πολύ φυσική έκβαση των πραγμάτων.

Αποστόλου: Υπάρχει μία συνειδητοποίηση στο τέλος. Σε όλη τη διάρκεια της ταινίας προσπαθούμε να αποφύγουμε πράγματα για τον εαυτό μας και στο τέλος, με έναν μαγικό τρόπο, είτε θετικά είτε λιγότερο θετικά, όλοι ερχόμαστε αντιμέτωποι με αυτά.

Παπαδόπουλος: Το τέλος προσωπικά το εισέπραξα οδυσσειακά. Ιθάκη. Αυτή η μεταβολή που υπάρχει σε όλη την πορεία της ταινίας, με τις απανωτές συγκρούσεις, κάποια στιγμή κατευνάζεται. Τουλάχιστον εκεί που τελειώνουμε την ιστορία.

Να περιμένω σίκουελ;

Μασσαλάς: Θα μπορούσε να υπάρχει. Η μουσική του τέλους επιστρέφει στην αγωνία, οπότε με έναν τρόπο η περιπέτεια θα συνεχιστεί στη ζωή αυτών των ανθρώπων. Μέχρι το επόμενο σταυροδρόμι.

Πηγή: https://www.oneman.gr/

 

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια