ΔΙΑΒΑΣΤΕ

6/recent/ticker-posts

Προαγωγή Ψυχικής Υγείας και Πρόληψης Ψυχιατρικών Διαταραχών

ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ: ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΤΑΣΕΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΨΥΧΙΚΑ ΑΣΘΕΝΗ

 Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η ψυχική υγεία δεν προϋποθέτει μόνο την απουσία κάποιας ψυχικής διαταραχής αλλά ορίζεται ως η κατάσταση συναισθηματικής ευεξίας, όπου το άτομο μπορεί να ζει και να εργάζεται με άνεση μέσα στην κοινότητα και να ικανοποιείται από τα προσωπικά του χαρακτηριστικά επιτεύγματα. Η ψυχική ασθένεια ακόμα και σήμερα θεωρείται ταμπού. Στο παρελθόν τα ψυχικά ασθενή άτομα θεωρούνταν δαιμονισμένα και τα έκαιγαν στην πυρά. 



«Η ιδέα της ψυχικής αρρώστιας είναι στους ανθρώπους φορτισμένη συναισθηματικά με ανησυχία, με φόβους, με αμηχανία και αβεβαιότητα, με αγχώδη φροντίδα ή με τάσεις αποφυγής ακόμα και απόρριψης του αρρώστου….»(Στριγγάρη Μ., Σχιζοφρένεια και εγκληματικότητα 1980,σελ.20). Η ψυχική νόσος συχνά συνοδεύεται από το φαινόμενο του στίγματος εξαιτίας των ‘μύθων’ που την ακολουθούν. Στην Ελληνική γλώσσα «στίγμα» σημαίνει «σημάδι» ένα σημάδι με το οποίο η κοινωνία διαχωρίζει αυτούς που θέλει να στιγματίσει. Σημαίνει οτιδήποτε προκαλεί ντροπή ή κοινωνική καταδίκη. (Γ.Μπαμπινιώτης,2002). 

Για πρώτη φορά το 1963 ο κοινωνιολόγος Erving Goffman όρισε το στίγμα ως μια ‘ανεπιθύμητη και δυσφημιστική ιδιότητα που αποδίδεται στο άτομο και του στερεί την πλήρη κοινωνική αποδοχή, αναγκάζοντάς το παράλληλα να αποκρύπτει την αιτία αυτής της αρνητικής αντιμετώπισης’’. Επίσης ένας άλλος κοινωνιολόγος ο Thomas Scheff το 1966 διατύπωσε τη θεωρία της ετικέτας (labeling theory) σύμφωνα με την οποία η κοινωνική στάση απέναντι σε άτομα τα οποία εμφανίζουν κάποιου είδους ιδιαιτερότητα δεν εξαρτάται τόσο από την συμπεριφορά τους όσο από την ταμπέλα που τους έχει αποδοθεί από τον κοινωνικό τους περίγυρο, με βάση τα στερεότυπα της εποχής, δηλαδή την δύναμη της προκατάληψης υπερισχύει της αντικειμενικής πραγματικότητας. 

Το στίγμα έχει τρεις συνιστώσες: τα στερεότυπα, τις προκαταλήψεις και τις διακρίσεις. Τα στερεότυπα είναι αρνητικές πεποιθήσεις, συνήθως στρεβλές και παραπλανητικές, που γίνονται αποδεκτές συλλογικά και οδηγούν σε άκριτες γενικεύσεις για άτομα και ομάδες. Προκαταλήψεις είναι οι γνωσιακές και συναισθηματικές αντιδράσεις που ακολουθούν την αποδοχή των στερεοτύπων, ενώ οι διακρίσεις είναι συμπεριφορικές αντιδράσεις που προκύπτουν από τις προκαταλήψεις. Οι επιπτώσεις του στίγματος επηρεάζουν άμεσα την ζωή του ατόμου και την οικογένειά του που συμπάσχει μαζί του αντιμετωπίζοντας έναν μεγάλο βαθμό κοινωνικής απόρριψης. 

Οι δυσχερείς συνθήκες και η ψυχολογική πίεση που διαμορφώνουν την καθημερινότητα των ανθρώπων αυτών διαβρώνουν την αυτοεικόνα τους δημιουργώντας αμφιβολίες και ενοχές οι οποίες τελικά οδηγούν στον αυτοστιγματισμό τους.(Corrigan et al 2003). Το στίγμα όμως πλήττει και όλους αυτούς που συνδέονται με τον ασθενή και την ασθένειά του, τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας, τους θεσμούς παροχής ψυχιατρικών και ψυχολογικών υπηρεσιών και τις μεθόδους θεραπείας.(Cuttcliffe & Hannigan 2001). Έτσι το στίγμα ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την αποφυγή της θεραπευτικής αντιμετώπισης ενός προβλήματος ψυχικής υγείας.

ΑΚΟΥΣΙΑ ΝΟΣΗΛΕΙΑ 

Ακούσια νοσηλεία είναι η χωρίς τη συγκατάθεση του ασθενή Εισαγωγή και παραμονή του για θεραπεία σε κατάλληλη Μονάδα Ψυχικής Υγείας (άρθρο 95, παρ.1 του Ν.2071/1992). Προϋποθέσεις για τη θέση οποιουδήποτε προσώπου σε ακούσια νοσηλεία: α) Ο ασθενής να πάσχει από ψυχική διαταραχή, β) Να μην είναι ικανός να κρίνει για το συμφέρον της υγείας του, γ) Η έλλειψη νοσηλείας να έχει ως συνέπεια είτε να επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας του ή δ) Η νοσηλεία να είναι απαραίτητη για να αποτραπούν πράξεις βίας κατά του ίδιου ή τρίτου. Η αδυναμία ή η άρνηση προσώπου να προσαρμόζεται στις κοινωνικές ή ηθικές ή πολιτικές αξίες, που φαίνεται να επικρατούν στην κοινωνία, δεν αποτελεί καθ` αυτή ψυχική διαταραχή. (άρθρο 95 παρ.2 του Ν.2071/1992). 

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 2071/92 

Σύμφωνα με το άρθρο 96 του Νόμου: « 1. Την Ακούσια νοσηλεία του φερομένου στην αίτηση ως ασθενή, μπορούν να ζητήσουν ο σύζυγός του ή συγγενής σε ευθεία γραμμή απεριόριστα ή συγγενής εκ πλαγίου μέχρι και το δεύτερο βαθμό ή όποιος έχει την επιμέλεια του προσώπου του ή ο επίτροπος του δικαστικά απαγορευμένου. Εάν δεν υπάρχει κανένα από τα πρόσωπα αυτά, σε επείγουσα περίπτωση, την Ακούσια νοσηλεία μπορεί να ζητήσει και αυτεπάγγελτα ο εισαγγελέας πρωτοδικών του τόπου κατοικίας ή διαμονής του ασθενή. Η αίτηση για την Ακούσια νοσηλεία απευθύνεται στον εισαγγελέα πρωτοδικών του τόπου της κατοικίας ή διαμονής του προσώπου, που φέρεται στην αίτηση ως ασθενής. Την αίτηση πρέπει να συνοδεύουν αιτιολογημένες γραπτές γνωματεύσεις δύο ψυχιάτρων, ή επί αδυναμίας εξευρέσεως δύο ψυχιάτρων, ενός ψυχιάτρου και ενός ιατρού παρεμφερούς ειδικότητας, που θα αναφέρονται στις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 95 είτε Ι είτε ΙΙ. 

Οι ιατροί που συντάσσουν τις γνωματεύσεις δεν πρέπει να τελούν σε σχέση συγγενείας με τον αιτούντα ή το φερόμενο στην αίτηση ως ασθενή. Οι ψυχίατροι ή παιδοψυχίατροι που συντάσσουν τις γνωματεύσεις προέρχονται από ειδικό κατάλογο, τον οποίο συντάσσουν ανά διετία οι κατά τόπους ιατρικοί σύλλογοι. Ο εισαγγελέας, αφού διαπιστώσει τη συνδρομή των τυπικών προϋποθέσεων και εφόσον και οι δύο ιατρικές γνωματεύσεις συμφωνούν για την ανάγκη ακούσιας νοσηλείας, διατάσσει τη μεταφορά του ασθενή σε κατάλληλη μονάδα ψυχικής υγείας που υπάρχει στον “Τομέα” ψυχικής υγείας της κατοικίας του ασθενή, εκτός αν ειδικές συνθήκες επιβάλλουν τη νοσηλεία του άλλου. 

Εάν οι γνωματεύσεις των δύο ιατρών διαφέρουν μεταξύ τους, ο εισαγγελέας, μπορεί να διατάξει τη μεταφορά του φερόμενου ως ασθενή, εισάγει την αίτηση στο πολυμελές πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία της παρ. 6 του άρθρου αυτού. Ο ασθενής πρέπει να ενημερώνεται αμέσως μόλις γίνει η μεταφορά του στη Μονάδα Ψυχικής Υγείας, από τον διευθυντή ή άλλο πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί το καθήκον αυτό, για τα δικαιώματά του και ειδικότερα το δικαίωμά του να ασκήσει ένδικο μέσο. Για την ενημέρωση αυτή συντάσσεται πρακτικό που υπογράφεται, εκτός από τον υποχρεωμένο να ενημερώσει και από το συνοδό του ασθενή.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΑΚΟΥΣΙΑ ΝΟΣΗΛΕΙΑ 

Οι αστυνομικοί είναι επαγγελματίες «πρώτης γραμμής» στην αντιμετώπιση της ψυχιατρικής κρίσης στην κοινότητα. Τις περισσότερες φορές υπάρχει σωματική και συναισθηματική εξουθένωση των αστυνομικών κατά την εκτέλεση της εισαγγελικής εντολής. 

Πότε όμως γίνεται η αστυνομική εμπλοκή; Η αστυνομική εμπλοκή προκύπτει από τις ακόλουθες περιπτώσεις: 

1. Μεταφορά ενός ατόμου το οποίο έχει αρνηθεί την νομική του υποχρέωση για ψυχιατρική αξιολόγηση. 

2. Η μεταφορά ενός ατόμου στην κατάλληλη ψυχιατρική μονάδα για ακούσια είσοδο κατόπιν αξιολόγησης από δυο ψυχιάτρους της πολιτείας. 

3. Οι αστυνομικοί μπορούν να απευθυνθούν στον εισαγγελέα για υποχρεωτική ψυχιατρική αξιολόγηση (Διαχείριση βίαιου επεισοδίου, παράξενη και επικίνδυνη συμπεριφορά). Ενώ σημειώνεται ότι η αδυναμία ή η άρνηση προσώπου να προσαρμόζεται στις κοινωνικές ή ηθικές ή πολιτικές αξίες, που φαίνεται να επικρατούν στην κοινωνία, δεν αποτελεί καθ` αυτή ψυχική διαταραχή. (Christodoulou et a.2002). 

Πηγή: Διπλωματική Εργασία με θέμα: Οι στάσεις του ένστολου προσωπικού προς τον ψυχικά ασθενή, Βαρβάρα Αικατερίνη Αθήνα 2019 

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια