ΔΙΑΒΑΣΤΕ

6/recent/ticker-posts

Γιατί κατά βάθος έχει και λίγο πλάκα να ζεις με την κατάθλιψη* - H διάγνωση της κατάθλιψης και πώς να αρχίσεις να μάθεις να ζεις μαζί της.



Χαρμολύπη. Μια από τις ωραιότερες λέξεις της ελληνικής γλώσσας. Δυο έννοιες συνδεδεμένες μεταξύ τους τόσο άρρηκτα που, μέσα στο εννοιολογικό τους οξύμωρο, είναι σχεδόν ταυτόσημες.Η λύπη, η θλίψη και η (κατά)θλιψη με την χαρά και την κωμωδία. Οι δυο μάσκες του θεάτρου, η μια χαρούμενη και η άλλη λυπημένη, δίπλα δίπλα. Το γιν και το γιάνγκ της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης.




Στην άρια «Vesti La Giubba» («Βάλε Tο Kοστούμι») από την όπερα του Ρουτζέρο Λεονκαβάλο «Pagliacci» (1892), ο πρωταγωνιστής Canio παθαίνει ολικό ψυχολογικό meltdown (και καταθλιψάρα ολκής ασφαλώς) όταν ανακαλύπτει την απιστία της συζύγου του, αλλά παρ’ όλα αυτά, πρέπει να ετοιμαστεί για την παράστασή του ως παλιάτσος κλόουν.Το υπόδειγμα του «τραγικού κλόουν» που χαμογελάει προς τα έξω, αλλά κλαίει μέσα του λόγω των προσωπικών του δραμάτων.

Ένας από τους απόλυτους ήρωές μου και role models μου είναι ο κωμικός Ρόμπιν Γουίλιαμς, ο οποίος αυτοκτόνησε τον Αύγουστο του 2014. Ένας από τους σπουδαιότερους κωμικούς του κόσμου, ο οποίος έπασχε από κατάθλιψη και ο οποίος, παρ’ όλα αυτά χρησιμοποιούσε το ταλέντο που του δόθηκε απλόχερα από την φύση προκειμένου, αντί να κάθεται σπίτι του και να μιζεριάζει μέσα στο τέλμα της προσωπικής του αυτολύπησης, να γυρνάει τα νοσοκομεία και τα ογκολογικά παίδων και να κάνει τον κλόουν και να λέει αστεία σε ασθενείς και πιτσιρίκια με νεοπλασματικές ασθένειες.

«Ελάτε τώρα κύριε Τσάβαλε, αφού έχετε καταλάβει και εσείς ο ίδιος τι έχετε», μου είπαν προ ενός μήνα. «Κατάθλιψη;»«Μάλιστα».

«Είναι κολλητικό; Να πάρω και να ενημερώσω τις προηγούμενες συντρόφους μου;»

Κανείς από τους δυο ψυχιάτρους που με εξέτασαν και έγραψαν την διάγνωση περί «κατάθλιψης» δεν με αντιμετώπισαν σαν ιατρικό curiosity. Κανείς τους δεν μου έκανε ένα φιλικό και παρηγορητικό «πατ πατ» στη πλάτη.

Απλά μου είπαν με σταθερή φωνή «μην ανησυχείτε για τίποτα. Υπάρχουν ήπια αντικαταθλιπτικά και θα σας φροντίσουμε κατάλληλα». Και αυτό ήταν.

Μετά με ρώτησαν αμφότεροι «έχετε σκεφτεί ποτέ να κάνετε κακό στον εαυτό σας;»

«Εννοείται πως όχι», τους απάντησα, «αλλά αν θέλετε να σας φτιάξω καμιά θηλιά, κάνω κάτι «καντηλίτσες» μούρλια».

Γελάσανε και οι δυο.

Και γιατί να μην γελάσουν στο κάτω κάτω; Δεν είμαι η εξαίρεση στον κανόνα.

ΕΙΜΑΙ ο κανόνας σήμερα με όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Είμαι σίγουρος ότι βλέπουν δεκάδες ασθενείς την ημέρα με παρόμοια με μένα ζητήματα.

«Θα σου γράψω ένα «ζόλο» [σ.σ: Zoloft] των 50 και όλα θα πάνε καλά».

Και γιατί να μην πάνε άλλωστε; Θα πάνε ρε, ναι. Μια χαρά θα πάνε. Η κατάθλιψη είναι κάτι που μεσομακροπρόθεσμα θεραπεύεται, ακόμη και η πιο βαριά. Και τι να πω εγώ στο κάτω κάτω;

Έχετε πάει ποτέ στις νοσοκομειακές μονάδες με ασθενείς με καρκίνο;

Η λευχαιμία ξέρετε τι είναι; Είναι σαν να σου φέρνουν ένα δοχείο με δέκα λαχνούς και να σου λένε στη μάπα εκβιαστικά, σαν τον Ιντιάνα Τζόουνς με το Χαμένο Δισκοπότηρο, «διάλεξε τον ένα λαχνό, αλλά επέλεξε σοφά, γιατί αν διαλέξεις έναν από τους υπόλοιπους εννέα, οι συγγενείς σου θα αρχίσουν να βράζουν κόλλυβα από σήμερα. Εχεις 10% πιθανότητα επιβίωσης».

Η κατάθλιψη, απεναντίας, δεν είναι θανατική καταδίκη. Γιατρεύεται πλέον. Σε βάθος χρόνου. Όπως όλα τα νοσήματα.

Εγώ πάλι πιστεύω ότι οι μισοί γύρω μου έχουν τα ίδια με μένα –ίσως και χειρότερα. Απλώς το έχουν υποβαθμίσει λίγο μέσα τους, ενδεχομένως να το έχουν καταπιέσει ή να είναι σε φάση άρνησης. Ή τέλος πάντων να μην έχει εκδηλωθεί στον βαθμό που μου εκδηλώθηκε εμένα.

Εγώ πάλι, με το που παρατήρησα στον εαυτό μου αυτό το «δεν έχω κουράγιο να σηκωθώ από το κρεβάτι μου για μια εβδομάδα ολόκληρη» και ότι βασικά δεν έπαιρνα ευχαρίστηση από τίποτα στην καθημερινότητά μου, απευθύνθηκα σε ειδικό.

Ξέρετε τι μου είπαν αυτοί οι ειδικοί, όταν έκανα τις πρώτες μου «ψακτικές»;

Ότι η χώρα μας, παρουσιάζει μια από τις πιο θλιβερές πρωτιές παγκοσμίως, καθώς συγκαταλέγεται μεταξύ των 5 χωρών με τα μεγαλύτερα ποσοστά κατάθλιψης. Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) του 2021, η Ελλάδα (μαζί με την Πορτογαλία) κατατάσσεται στην 4η θέση διεθνώς, με συχνότητα 5,7% στον γενικό πληθυσμό, μετά την Ουκρανία με 6,3%, τις ΗΠΑ, την Εσθονία και την Αυστραλία με 5,9% και την Βραζιλία με 5,8%.

Επίσης, οι ψυχικές διαταραχές κατακόρυφα αυξήθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια στη Ελλάδα, καθώς από το περίπου 5% στον γενικό πληθυσμό που ήταν προ πανδημίας, πλέον το 22,8% των πολιτών, δηλαδή περίπου 1 στους 4, αντιμετωπίζουν κάποιο θέμα ψυχικής υγείας.

Για να το πω κοντολογίς: Όλοι μας πιστεύω ότι την έχουμε την καταθλιψούλα μας στην Ελλάδα του 2023, για διαφόρους λόγους. Προσωπικούς, επαγγελματικούς, γκομενικούς, name it.

Ήπια; Μεσαία; Μείζονα; Πάντως μια καταθλιψούλα την έχουμε οι περισσότεροι. Το πώς και με ποιο τρόπο την αντιμετωπίζει ο καθένας, well, that’s the tricky part, που λένε και οι Άγγλοι.

Εγώ πάντως εξακολουθώ να πιστεύω ότι έχει και λίγο πλάκα να ζεις με την κατάθλιψη.
Το χιούμορ ως αντικαταθλιπτικό «πολυμέσο»

Εδώ και μερικούς μήνες που κάθομαι σπίτι τα βράδια, έχω δει όλες τις κωμικές σειρές που υπάρχουν εκεί έξω, από το South Park, το Family Guy, το 30 Rock, το The Thick Of It, το Curb Your Enthusiasm, το (βρετανικό) Office, τις μισές κωμωδίες του Γουίλ Φέρελ και του Judd Apatow και όλα τα stand up shows του Ρίκι Ζερβέ, του Louis CK, του Τζιμ Τζέφερις και του Μπιλ Μπερ.

Μόνο έτσι την παλεύω: βλέποντας κωμωδίες. Γελώντας με τα χάλια των άλλων. Και τα δικά μου. Και μετά ξανά των άλλων. Και μετά ξανά τα δικά μου, αυτοσαρκαζόμενος.

Εξασκώντας τον έναν και μοναδικό «μυ» που μου έχει μείνει στο σώμα μου που μπορώ να αναπτύξω: το χιούμορ.

Εντωμεταξύ, ρωτήστε όποιον θέλετε και έχετε γνωστό, οι μισοί stand up comedians είναι κάργα καταθλιπτικοί. Επειδή ακριβώς προσπαθούν να εξισορροπήσουν το υπαρξιακό δράμα της ανθρώπινης ύπαρξής (τους) με την ιλαρή πλευρά της καθημερινότητας. Αλλιώς δεν θα την παλεύαμε κανείς από μας.

Όπως λέει και ένα παλιό (ψυχιατρικό) αστείο: «δείξε μου έναν ευτυχισμένο και χαρούμενο άνθρωπο και θα σου δείξω το σημάδι από την λοβοτομή του».

«Κύριε Τσάβαλε, ξέρετε ποιος είναι ο χειρότερος τύπος κατάθλιψης;», με ρώτησε τις προάλλες ο ψυχίατρος.

«Αυτός που έχει γράψει 15 βιβλία για την κατάθλιψη και μιλάει γι’ αυτήν συνεχώς σε όλους και παντού σαν τους γονείς στους γάμους που ακόμη δεν σε έχουν γνωρίσει και σου λένε «να σου δείξω την φωτογραφία των παιδιών μου;» και μετά βγάζουν το πορτοφόλι τους και σου δείχνουν σε φωτογραφία τα παιδιά τους χωρίς καν να τους έχεις ζητήσει εσύ πρώτος;», του αντίτεινα.

«Πώς να αντιμετωπίσετε την κατάθλιψη».
«Πώς να αντιμετωπίσετε την μελαγχολία».
«Πώς να αντιμετωπίσετε το Mellon Collie and the Infinite Sadness».
«Γιατί το Mellon Collie and the Infinite Sadness είναι το καλύτερο άλμπουμ των ‘90s;»

Και πάρε άλλα 15 βιβλία αυτοβοήθειας και δωσ’ του εκεί κλάψα και μίρλα στην τηλεόραση για το «πόσο δύσκολα πέρασε με την καταθλιψούλα του» και δωσ’ του εκεί attention whoreness μέχρι αηδίας για να λυπηθούμε τον καημενούλη τον καταθλιπτικό, την Μπιλι Αϊλις ξέρω ‘γω, που δεν της πέτυχε η σωστή απόχρωση στο πράσινο μαλλί και έχει «κατάθλιψη» [δεν ξέρω τι έχει η κοπέλα, μπορεί να έχει όντως κατάθλιψη και καλό κουράγιο της εύχομαι, ένα τυχαίο όνομα ανέφερα].

Δηλαδή, αν δεν είχε κατάθλιψη αυτός ο τύπος και είχε, π.χ. αιμορροΐδες, θα έγραψε 15 βιβλία για τις αιμορροΐδες;

Όχι, γιατί οι αιμορροΐδες δεν πουλάνε. Δεν κάνουν «γκελ» στο συλλογικό υποσυνείδητο.

Ενώ η κατάθλιψη ε; Πω πω, χτυπάει φλέβα με την μια, το ευαίσθητο νεύρο του άλλου: ο «μικροβιολόγος» του συλλογικού οίκτου. «Ω τον καημένο, έχει κατάθλιψη».

Όχι, δεν είναι ο «καημένος» ο συγκεκριμένος: όλοι έχουμε κατάθλιψη, άλλοι ελαφρύτερη και άλλοι πιο βαριά.

Όλοι είμαστε θλιμμένοι, κουρασμένοι, απηυδισμένοι και απογοητευμένοι από τις προσωπικές μας ματαιώσεις. Άλλοι την διέγνωσαν, άλλοι όχι ακόμη (και να πάνε να το κάνουν άμεσα, δεν υπάρχει πλέον κανένα κοινωνικό στίγμα ως προς αυτό).

Να, κάτι τέτοια σκέφτομαι και λέω «ε, πλάκα έχει το όλο θέμα, να αποδομείς και λίγο τους συμπάσχοντες σου».

Και σκέφτομαι τον βασικό κανόνα κάθε πάθησης: ο καθένας από εμάς θα την αντιμετωπίσει όπως γουστάρει. Κλαίγοντας ή γελώντας. Με γενναιότητα και θάρρος ή ακόμη και με δειλία και τρόμο.

Όλη η γκάμα των ανθρώπινων συναισθημάτων είναι αποδεκτή (γι’ αυτό και μισώ εκφράσεις όπως «αντιμετώπισε γενναία τον καρκίνο», που εγώ θα χεζόμουν πάνω μου και δεν θα επιδείκνυα καμία μα καμία γενναιότητα. Κλασμένος θα ήμουν).

Και μετά σκέφτομαι όσους παλεύουν με καρκίνους και λευχαιμίες σε τελευταία στάδια και εκεί σταματάει η πλάκα και σκέφτομαι ότι εκεί έξω υπάρχουν άνθρωποι που υποφέρουν πολύ περισσότερο από εμένα που παίρνω απλά ένα χάπι και συνεχίζω την ζωή μου, άλλοτε καλά, άλλοτε καλύτερα και άλλοτε λίγο πιο χάλια και δεν έχω στην πραγματικότητα και πολύ δικαίωμα να γκρινιάζω – και ο Ρόμπιν Γουίλιαμς έκανε, μάλλον, ένα λειτούργημα πολύ μεγαλύτερο από τις ταινίες του.

Βαρεμάρα χειρότερη από κατάθλιψη

Θα σας πω και που αλλού είναι χρήσιμο να επικαλείσαι τον παράγοντα «κατάθλιψη». Αν είσαι κάπου έξω, με παρέα και βαριέσαι του θανατά και θέλεις να γυρίσεις σπίτι σου, θα χρησιμοποιήσεις την κάρτα «get out of jail» της Μονόπολης που χρησιμοποιούν οι γονείς: όπως αυτοί, για να φύγουν νωρίτερα από κάπου, λένε «με πήρε η πεθερά μου, το παιδί ανέβασε πυρετό, πρέπει να φύγω» [σ.σ: τρίχες, μια χαρά είναι το παιδί] και κανείς φυσικά δεν θα αμφισβητήσει ότι εσύ, ένας ευυπόληπτος γονιός μπορείς να χρησιμοποιήσεις μέχρι και το παιδί του ως μέσο για να πεις ψέματα [σ.σ: το 95,7% των γονιών κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα], έτσι και εσύ θα πεις το ίδιο.

«Παίδες, συγνώμη, ξέχασα το «ζόλο» μου στο σπίτι και είναι η ώρα να πάρω το χάπι της ημέρας, αλλιώς θα με δείτε λίγο στα «πατώματα» σε λίγη ώρα, να κλαίω σαν να είδα μόλις τον «Τιτανικό» για 13η φορά».

Γιατί, ας το παραδεχτούμε ανοικτά, η βαρεμάρα είναι χειρότερη από την κατάθλιψη (βασικά, είναι ένα από τα κυριότερα συμπτώματά της) και δεν αντέχεται με τίποτα και ο Θεός να έχει καλά τους Pet Shop Boys, αλλά με αυτό το τραγούδι το «Being Boring» εγώ δεν μπορώ να ταυτιστώ, γιατί βαριέμαι συνέχεια και αδιαλείπτως. Τόσο τον εαυτό μου, όσο και τους άλλους γύρω μου.

Δεν είμαι ο κλασικός «όλα-θα-πανε-καλάκιας» και τόσο οπτιμιστής [βασικά, το ακριβώς αντίθετο είμαι, γι’ αυτό είμαι στο σημείο που είμαι αυτή την στιγμή], αλλά ειλικρινά πιστεύω ότι το χιούμορ σώζοι, ίσως και περισσότερο από τα όποια φάρμακα.

«Το έχετε πάρει στο αστείο το όλο θέμα, αλλά δεν ξέρετε πόσο καλό είναι αυτό για σας», μου είπε ο ψυχίατρος φεύγοντας από το ιατρείο του.

«Θα μπορούσα να είμαι χειρότερα, γιατρέ», του είπα, «θα μπορούσα να είμαι βάζελος και να έχω παίξει στην Ευρωλίγκα φέτος», του απάντησα.

*Εννοείται ότι για πολλούς πάσχοντες δεν έχει καθόλου πλάκα να ζεις με την κατάθλιψη. Ο τίτλος είναι σημειολογικά χιουμοριστικός και συμβολίζει το αναφαίρετο δικαίωμα του καθενός να αντιμετωπίσει τις ψυχοπαθολογικές του παθήσεις με τον τρόπο και τα εργαλεία που ο ίδιος επιθυμεί να το πράξει.

*Είμαι εναντίον των αφιερωματικών κειμένων, αλλά κατά βάθος χαίρομαι που έγραψα το παρόν άρθρο την ημέρα της 24ης επετείου από την αυτοκτονία του Εϊντριαν Μπόρλαντ των The Sound, ενός ανθρώπου που «δεν κατάφερε να ξεφύγει από τον εαυτό του» και την σχιζοειδή διαταραχή από την οποίο υπέφερε και κατέληξε να δώσει ο ίδιος τέλος στη ζωή του πέφτοντας στις ράγες του τρένου του σταθμού του Ουίμπλεντον στο Λονδίνο στις 26 Απριλίου του 1999.

Πηγή: olafaq.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια