Η τέχνη θεραπεύει την ψυχή και αυτό διαπιστώνεται σε μία έρευνα που βγάζει τους ασθενείς από τις κλινικές και τους κάνει ψυχοθεραπεία στα μουσεία.
Η ιδέα της ψυχοθεραπείας σε μουσείο μπορεί να φαίνεται ασυνήθιστη. Ωστόσο, οι ψυχοθεραπευτές μέσω της τέχνης, αναζητούν όλο και περισσότερο το πλούσιο υλικό των μουσείων και των γκαλερί για να τους βοηθήσει στο κλινικό τους έργο.
Η θεραπεία μέσω της τέχνης ή ψυχοθεραπεία τέχνης, δίνει την ευκαιρία στους ανθρώπους να εκφράζουν τα συναισθήματα και τις εμπειρίες τους μέσω της τέχνης, καθώς και (ή αντί) μέσω των λέξεων. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να βοηθήσει άτομα όλων των ηλικιών που ζουν με ένα ευρύ φάσμα συναισθηματικών ή σωματικών καταστάσεων.
Οι ψυχοθεραπευτές μέσω της τέχνης του NHS (Εθνικό Σύστημα Υγείας στο Ηνωμένο Βασίλειο) εργάζονται συνήθως σε καθορισμένους χώρους θεραπείας σε νοσοκομεία ή κέντρα εξωτερικών ασθενών, αλλά για την πρόσφατη μελέτη μας θέλαμε να διερευνήσουμε πώς η διεξαγωγή ψυχοθεραπείας τέχνης σε ένα μουσείο, θα μπορούσε να είναι επωφελής για μια ομάδα με σύνθετες δυσκολίες ψυχικής υγείας.
Για παράδειγμα, ένα αντικείμενο μπορεί να προκαλέσει ισχυρά συναισθήματα ή να συμβολίζει μια πτυχή της τρέχουσας ή της προηγούμενης εμπειρίας μας. Θέλαμε λοιπόν να αξιοποιήσουμε αντικείμενα μουσείων για να βοηθήσουμε τους συμμετέχοντες να αναπτύξουν μεγαλύτερη αυτογνωσία.
Από όσο γνωρίζουμε, ήταν η πρώτη φορά που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αντικείμενα μουσείων για αυτού του είδους την ψυχοθεραπεία τέχνης για ενήλικες που έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας του NHS.
Προβλέψαμε, με βάση τα ευρήματα από μελέτες περιπτώσεων για τις τέχνες στην υγεία και τη θεραπεία μέσω τέχνης, ότι ένα μουσείο θα μπορούσε να εμπνεύσει τη δημιουργικότητα μεταξύ των μελών της ομάδας. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι ένας μη κλινικός χώρος θα μπορούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους να αισθάνονται πιο συνδεδεμένοι μεταξύ τους και με την τοπική τους κοινότητα, και λιγότερο «διαχωρισμένοι» λόγω των δυσκολιών της ψυχικής τους υγείας.
Τα μέλη της ομάδας της έρευνας, εξερεύνησαν τις εκθέσεις του μουσείου και στη συνέχεια έκαναν κάποια καλλιτεχνία χρησιμοποιώντας μια ποικιλία διαφορετικών υλικών. Στην αρχή, προτείναμε κάποιες δραστηριότητες (όπως η εύρεση τριών αντικειμένων που να αντιπροσωπεύουν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους), αλλά καθώς οι εβδομάδες περνούσαν όλο και περισσότερο έβρισκαν αντικείμενα με τα οποία συνδέονταν. Στο τέλος κάθε συνεδρίας υπήρχε χρόνος για προφορικό αναστοχασμό, ως ομάδα.
Μιλώντας στα μέλη της ομάδας μετά την τελική συνεδρία και έχοντας παρακολουθήσει τις συνεδρίες καθώς προχωρούσαν, ανακαλύψαμε πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι η χρήση μουσειακών αντικειμένων, ιδιαίτερα για την αυτοεξερεύνηση.
Η Σούζι (όλα τα ονόματα έχουν αλλάξει για την προστασία των συμμετεχόντων) είδε την επιθυμία της να «αφήσει πίσω το παρελθόν και να ξαναρχίσει» να αντανακλάται σε έναν βικτοριανό πίνακα γραφής, και σχεδίασε μια σύγχρονη συσκευή για τη δημιουργία εικόνων και στη συνέχεια τη διαγραφή τους.
Πήρε επίσης έμπνευση από ένα μοντέλο διατομής της Γης, και ζωγράφισε τον εαυτό της ως άτομο με τρία στρώματα, δίνοντας τους τίτλους «Αυτό που δείχνω στους άλλους», «Τι βλέπουν οι κοντινοί μου» και «Τι νιώθω εγώ για τον εαυτό μου που κανείς δεν ξέρει».
Ένα άλλο μέλος, η Έλλη, εμπνεύστηκε από ένα επισκευασμένο ρωμαϊκό δοχείο. Έκανε ένα κολάζ που εξέφραζε την αίσθησή της ότι «συναρμολογεί κομμάτια της ζωής της». Η Κάρολιν, εν τω μεταξύ, έκανε ένα χρονοδιάγραμμα της ζωής της (συμπεριλαμβανομένων κάποιων πολύ τραυματικών εμπειριών) λέγοντας ότι «Δεν θα το έκανα αν δεν είχα δει το χρονοδιάγραμμα στην έκθεση, αλλά ένιωσα ότι ήταν πολύ σημαντικό να το κάνω – σαν να βάζω τα πράγματα στη θέση τους πριν προχωρήσω».
Αν και δεν δημιούργησαν κάποιο έργο τέχνης όλα τα μέλη της ομάδας κατά τη διάρκεια των συνεδριών, βρήκαν, παρ’ όλα αυτά, θεραπευτική αξία στις συναντήσεις τους με τα αντικείμενα του μουσείου. Η Τάσα, για παράδειγμα, δεν ήταν πάντα σε θέση να δημιουργήσει καλλιτεχνίες στην ομάδα, αλλά ανέφερε ότι «η χρήση αντικειμένων για αυτοανάλυση ήταν χρήσιμη».
Αρκετά από τα μέλη της ομάδας δήλωσαν ότι οι εκθέσεις ενθάρρυναν τη διάθεση για παιχνίδι, καθώς και την έμπνευση για δημιουργία, και ότι αυτό «σήμαινε ότι η ομάδα χαλάρωσε». Μερικοί είπαν ότι ένιωθαν λιγότερο καθορισμένοι από τις δυσκολίες της ψυχικής υγείας τους επειδή η ομάδα δεν συναντήθηκε σε εγκαταστάσεις του NHS.
Οι συνεδρίες στο μουσείο ενθάρρυναν επίσης την ανεξαρτησία και βοήθησαν τους συμμετέχοντες να αισθάνονται ότι τους υπολογίζουν και ότι είναι συνδεδεμένοι με τον κόσμο εκτός των υπηρεσιών ψυχικής υγείας.
Πηγή: psychology.gr
0 Σχόλια